Piskopos στα ελληνικά

Μετάφραση: piskopos, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίσκοπος, επισκόπου, επίσκοπο, Bishop, ο Επίσκοπος
Piskopos στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pirzola στα ελληνικά - τεμαχίζω, τσεκουριά, κόβω, χτένι, μπριζόλα, ψιλοκόψτε, τεμαχίσει, ...
  • pis στα ελληνικά - λερωμένος, βρώμικος, βρωμερός, βρώμικο, βρώμικα, βρώμικη
  • pislik στα ελληνικά - κηλίδα, μουρνταριά, γράσο, σκαμπό, μαγαρίζω, κόπρανα, περίττωμα, ...
  • piyango στα ελληνικά - ζωγραφιά, λαχείο, λαχειοφόρο αγορά, λοταρία, λαχειοφόρων αγορών, λοταρίας
Τυχαίες λέξεις
Piskopos στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίσκοπος, επισκόπου, επίσκοπο, Bishop, ο Επίσκοπος