Sol στα ελληνικά

Μετάφραση: sol, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έφυγα, άφησα, αριστερός, αριστερά, άφησε, αριστερό, αφήνεται, μείνει
Sol στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • sohbet στα ελληνικά - συνομιλία, συζήτηση, ομιλία, μιλώ, κουβεντιάζω, κουβέντα, συνομιλήσετε, ...
  • sokak στα ελληνικά - οδός, δρόμος, δρόμο, δρόμου, οδό
  • solda στα ελληνικά - αριστερός, άφησα, έφυγα, αριστερά, άφησε, αριστερό, αφήνεται, ...
  • solgun στα ελληνικά - ξανθός, χλωμός, χλωμό, ωχρό, απαλό
Τυχαίες λέξεις
Sol στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: έφυγα, άφησα, αριστερός, αριστερά, άφησε, αριστερό, αφήνεται, μείνει