Som στα ελληνικά
Μετάφραση: som, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στερεός, συμπαγής, στερλίνα, στερλίνες, ασήμι, λίρας, λίρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- solungaç στα ελληνικά - βράγχιο, Gill, απλάδια, απλαδιών, βραγχίων, των βραγχίων
- solunum στα ελληνικά - αναπνοή, αναπνευστικός, αναπνευστικού, αναπνευστική, αναπνευστικής, αναπνευστικό
- somurtkan στα ελληνικά - σκυθρωπός, μουχρός, ξινός, σκούρος, μελαχρινός, σκοτεινός, βλοσυρός, ...
- somurtmak στα ελληνικά - σύκο, σύκο της, το σύκο, το σύκο της, μπακαλιαράκι
Τυχαίες λέξεις
Som στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: στερεός, συμπαγής, στερλίνα, στερλίνες, ασήμι, λίρας, λίρα
Μεταφράσεις: στερεός, συμπαγής, στερλίνα, στερλίνες, ασήμι, λίρας, λίρα