Uç στα ελληνικά

Μετάφραση: uç, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τελειώνω, τέλος, άκρο, τέλη, σκοπό, λήξη
Uç στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • uzunluk στα ελληνικά - μήκος, μήκους, διάρκεια, το μήκος, χρονικό
  • uzuv στα ελληνικά - στέλεχος, μέλος, παράρτημα, άκρο, σκέλος, σκέλους, άκρων
  • uçak στα ελληνικά - στάθμη, ροκάνι, πλάνη, επίπεδο, αεροσκάφος, αεροσκαφών, αεροσκάφη, ...
  • uçurum στα ελληνικά - κόλπος, χάσμα, άβυσσος, γκρεμός, βράχος, βράχο, γκρεμό, ...
Τυχαίες λέξεις
Uç στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: τελειώνω, τέλος, άκρο, τέλη, σκοπό, λήξη