Varlık στα ελληνικά

Μετάφραση: varlık, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ύπαρξη, όν, οντότητα, ουσία, παρουσία, παρουσίας, την παρουσία, η παρουσία
Varlık στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • varak στα ελληνικά - ματαιώνω, αποτρέπω, φύλλο, φύλλων, φύλλα, φύλλου, των φύλλων
  • varil στα ελληνικά - βαρέλι, το βαρέλι, κύλινδρο, βαρελιού, κάννη
  • varmak στα ελληνικά - φθάνω, έρχομαι, φτάνω, φτάσετε, φθάνουν, φτάνουν, φθάσει, ...
  • varoş στα ελληνικά - προάστιο, Προάστειο, προαστίου, προάστια, προάστιο της
Τυχαίες λέξεις
Varlık στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: ύπαρξη, όν, οντότητα, ουσία, παρουσία, παρουσίας, την παρουσία, η παρουσία