Οντότητα στα τούρκικα
Μετάφραση: οντότητα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
varlık, işletme, işletmenin, taraf
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οντότητα
οντότητα συνώνυμα, σιωνιστική οντότητα, σκοτεινή οντότητα, νομική οντότητα, πολιτική οντότητα, οντότητα λεξικό γλώσσας τούρκικα, οντότητα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ονομαστός στα τούρκικα - ünlü, meşhur, ünlüdür, ünlü bir
- ονοματολογία στα τούρκικα - terminoloji, terminolojisi, isimlendirme, adlandırma, adlandırılması
- οξείδιο στα τούρκικα - oksit, oksid, oksidin
- οξικός στα τούρκικα - asetik
Τυχαίες λέξεις
Οντότητα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: varlık, işletme, işletmenin, taraf
Μεταφράσεις: varlık, işletme, işletmenin, taraf