Λέξη: αναιμικός

Μεταφράσεις: αναιμικός

αναιμικός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
anaemic, anemic

αναιμικός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
anémico, anémica, anemia, anémicos, anémicas

αναιμικός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
blutarm, kraftlos, saftlos, anämisch, anämischen, anämische, Anämie

αναιμικός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
anémique, anémiques, anémie, d'anémie, anémiée

αναιμικός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
anemico, anemica, anemici, anemiche, anemia

αναιμικός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
anêmico, anêmica, anêmicas, anêmicos, anemia

αναιμικός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bloedarm, anemische, bloedarmoede, anemisch, anemic

αναιμικός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
безжизненный, слабый, малокровный, анемичный, анемией, анемичным, анемичными

αναιμικός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
blodfattig, anemisk, anemic, anaemic, anemiske

αναιμικός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
anemisk, anemiska, anemic, blodbrist, anemi

αναιμικός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
aneeminen, aneemisten, anemic, anemiapotilasta

αναιμικός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
anæmiske, anemic, anæmisk, blodfattigt, blodmangel

αναιμικός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
anemický, chudokrevný, anemická, bezkrevný, anemičtí

αναιμικός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
anemiczny, niedokrwisty, anemic, anemię, niedokrwistością, anemiczne

αναιμικός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vérszegény, anémiás, anaemiás, vérszegénységben, anémiássá

αναιμικός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
anemik, anaemic, kansız, anemic, kansızlık

αναιμικός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
недокрівний, анемічний, неживий, слабий, слабкий, анемічне, анемічного

αναιμικός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
anemik, dobët, i dobët, anemike, zbehtë

αναιμικός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
анемичен, анемични, анемично, анемичното, анемична

αναιμικός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
анэмічнай

αναιμικός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
verevaene, aneemiline, aneemilised, aneemiaga, aneemiliste, aneemilise

αναιμικός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
anemičan, malokrvan, anemic, anemična, slabokrvan, anemični

αναιμικός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
blóðleysi, anemic

αναιμικός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
silpnas, mažakraujis, blyškus, anemiškos, Mazasinîgs

αναιμικός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
anēmisks, anēmija, anēmiju, anēmiski, anēmiska

αναιμικός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
анемични, анемичен, анемична, анемичната, анемичниот

αναιμικός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
anemic, anemică, anemici, anemica, anemie

αναιμικός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
anemični, slabokrvni, anaemic, Anemičan, slabokrvnosti

αναιμικός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
chudokrvný
Τυχαίες λέξεις