Yüküm στα ελληνικά
Μετάφραση: yüküm, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευθύνη, δασμοί, καθήκον, υποχρέωση, φορτίο, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, φορτίων
Μεταφράσεις
- yükseklik στα ελληνικά - ύψος, υψόμετρο, ύψους, το ύψος, ύψος του, του ύψους
- yükseltmek στα ελληνικά - ασανσέρ, σηκώνω, αυξάνω, ανυψώνω, εντείνω, αναστηλώνω, ανατρέφω, ...
- yün στα ελληνικά - μαλλί, μαλλιού, το μαλλί, μάλλινα, ερίου
- yürek στα ελληνικά - τρόμπα, καρδιά, φουσκώνω, αντλία, καρδιάς, καρδιακή, την καρδιά, ...
Τυχαίες λέξεις
Yüküm στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευθύνη, δασμοί, καθήκον, υποχρέωση, φορτίο, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, φορτίων
Μεταφράσεις: ευθύνη, δασμοί, καθήκον, υποχρέωση, φορτίο, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, φορτίων