Yüz στα ελληνικά
Μετάφραση: yüz, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναδύομαι, επιφάνεια, αντικρίζω, κύρος, πρόσωπο, αντιμετωπίζω, προσώπου, πρόσωπό, όψη, το πρόσωπό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- yürümek στα ελληνικά - πεζοπορία, βόλτα, περίπατος, περπατώ, τα πόδια, περπατήσετε
- yürütmek στα ελληνικά - συμπεριφορά, συμπεριφοράς, δεοντολογίας, διεξαγωγή, η συμπεριφορά
- yüzbaşı στα ελληνικά - καπετάνιος, καπετάνιο, αρχηγός, πλοίαρχος, κυβερνήτης
- yüzeysel στα ελληνικά - επιπόλαιος, επιφανειακός, επιφανειακές, επιφανειακή, επιφανειακά, επιφανειακό, επιπολής
Τυχαίες λέξεις
Yüz στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναδύομαι, επιφάνεια, αντικρίζω, κύρος, πρόσωπο, αντιμετωπίζω, προσώπου, πρόσωπό, όψη, το πρόσωπό
Μεταφράσεις: αναδύομαι, επιφάνεια, αντικρίζω, κύρος, πρόσωπο, αντιμετωπίζω, προσώπου, πρόσωπό, όψη, το πρόσωπό