Úlek στα ελληνικά
Μετάφραση: úlek, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανησυχία, φόβος, κατατρομάζω, τρόμος, σκιάχτρο, τρομάρα, τρόμο, φόβο
Μεταφράσεις
- cukrovka στα ελληνικά - διαβήτης, διαβήτη, σακχαρώδη διαβήτη, του διαβήτη, ο διαβήτης
- jakkoliv στα ελληνικά - όπως, σαν, πάντως, ωστόσο, όμως, εντούτοις
- litr στα ελληνικά - λίτρο, λίτρων, λίτρου, λίτρα
- opačný στα ελληνικά - αντιστρέφω, θυρίδα, αντιφατικός, συνομιλώ, απέναντι, αντίθετο, απέναντι από, ...
Τυχαίες λέξεις
Úlek στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανησυχία, φόβος, κατατρομάζω, τρόμος, σκιάχτρο, τρομάρα, τρόμο, φόβο
Μεταφράσεις: ανησυχία, φόβος, κατατρομάζω, τρόμος, σκιάχτρο, τρομάρα, τρόμο, φόβο