Úsměšek στα ελληνικά

Μετάφραση: úsměšek, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λοιδορία, ειρωνεία, περιγελώ, χλευάζω, χλευασμός, υβρίζω, ειρωνευτούν, κοροϊδία, να ειρωνευτούν
Úsměšek στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • jejíž στα ελληνικά - ποιανού, τίνος, των οποίων, του οποίου, του οποίου η, των οποίων οι, των οποίων η
  • kolektivně στα ελληνικά - συλλογικά, συνολικά, κοινού, συλλογική, από κοινού
  • letoun στα ελληνικά - αεροπλάνο, στάθμη, επίπεδο, πλάνη, ροκάνι, αεροπλάνου, του αεροπλάνου, ...
  • oprávnit στα ελληνικά - ένταλμα, προκρίνομαι, επιτρέπω, τιτλοφορώ, να επιτρέψει, να εγκρίνει, εξουσιοδοτήσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Úsměšek στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λοιδορία, ειρωνεία, περιγελώ, χλευάζω, χλευασμός, υβρίζω, ειρωνευτούν, κοροϊδία, να ειρωνευτούν