Λέξη: κούρεμα
Σχετικές λέξεις: κούρεμα
κούρεμα 2014, κούρεμα ομολόγων, κούρεμα χρέους, κούρεμα ανδρικό, κούρεμα σκύλων, κούρεμα στεγαστικών δανείων, κούρεμα σκύλου, κούρεμα φωτοβολταικών, κούρεμα καταθέσεων, κούρεμα δανείων
Συνώνυμα: κούρεμα
κόμμωση
Μεταφράσεις: κούρεμα
κούρεμα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
haircut, mowing, clipping, shearing, clipped
κούρεμα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
corte de pelo, haircut, corte, corte de cabello, recorte
κούρεμα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
haarschnitt, frisur, Haarschnitt, Frisur, Friseuse, Haircut
κούρεμα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
coupe, coiffure, coupe de cheveux, décote, couper les cheveux
κούρεμα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
taglio di capelli, taglio, haircut, scarto, scarto di garanzia
κούρεμα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
corte de cabelo, haircut, corte, margem de, o corte de cabelo
κούρεμα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kapsel, haircut, knipbeurt, haarsnit, surpluspercentage
κούρεμα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
стрижка, прическа, стрижки, стрижку, стрижкой
κούρεμα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hårklipp, haircut, frisyren, frisyre, avkorting
κούρεμα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
frisyr, värderingsavdrag, avdrag, hårklippning, haircut
κούρεμα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tukanleikkaus, hiustyyli, haircut, aliarvostus, hiustenleikkuun, leikkaus
κούρεμα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
klipning, haircut, frisure, klippet, haircut på
κούρεμα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
účes, střih, účesy, srážka, sestřih
κούρεμα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ostrzyżenie, strzyżenie, fryzura, ścięcie włosów, fryzury
κούρεμα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hajvágás, fodrász, haircut, haircuttal, frizurát
κούρεμα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
saç kesimi, haircut, bir saç kesimi, saç tıraşı, saç traşı
κούρεμα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
стрижка, зачіска
κούρεμα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
prerje, prerje flokësh, prerje të, prerje flokësh e, model flokësh
κούρεμα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
подстригване, подстрижка, прическа, допустимо отклонение, прическата
κούρεμα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стрыжка
κούρεμα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
soeng, juukselõikus, allahindlust, allahindluse, lõikus, soenguga
κούρεμα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
šišanje, frizura, frizuru, haircut, frizure
κούρεμα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
klipping, klippingu, frádrag, frádragi, klippingin
κούρεμα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kirpimas, šukuosena, mažesne nei rinkos verte, rinkos vertės išskaitoma, iš rinkos vertės išskaitoma
κούρεμα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
frizūra, diskontu, diskonts, matu griešana
κούρεμα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
фризурата, фризура, движаат, подстрижка, подстригване
κούρεμα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
tuns, tunsoare, salon de coafura, tunsoarea, haircut
κούρεμα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
frizuro, frizura, haircut, Odbitek pri, odbitek v
κούρεμα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
účes, strih, úprava
Στατιστικά δημοτικότητας: κούρεμα
Τυχαίες λέξεις