Částka στα ελληνικά

Μετάφραση: částka, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ποσόν, πράξη, σύνολο, ανέρχομαι, ποσό, ποσότητα, ποσού, ύψος, ποσό που
Částka στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • atavismus στα ελληνικά - αταβισμός, προγονισμός, προγονικότητα, προγονικότης
  • daktylský στα ελληνικά - δακτυλικός, δακτυλικοί, δακτυλικό, δακτυλικού, δακτυλική
  • dialektika στα ελληνικά - διαλεκτική, διαλεκτικής, τη διαλεκτική, η διαλεκτική, διαλεχτική
  • kazatel στα ελληνικά - ιεροκήρυκας, κήρυκας, ιεροκήρυκα, κήρυκα, ιεροκήρυξ
Τυχαίες λέξεις
Částka στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ποσόν, πράξη, σύνολο, ανέρχομαι, ποσό, ποσότητα, ποσού, ύψος, ποσό που