Šlehat στα ελληνικά
Μετάφραση: šlehat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαστίζω, δέρνω, φλόγες, λοιδορώ, χτυπητήρι, χτυπώ, νικώ, μαστιγώνω, σύρμα, χτυπήστε ελαφρά, χτυπά ελαφρά, εξάρτημα χτυπήματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dostatečně στα ελληνικά - πηγάδι, επαρκώς, νισάφι, λοιπόν, αναβλύζω, ικανοποιητικά, καλά, ...
- kosa στα ελληνικά - δρεπάνι, δρεπανιού, το δρεπάνι, δρεπανοειδούς, δρέπανο
- krab στα ελληνικά - καβουράκι, καβούρι, καβούρια, καβουριών, τα καβούρια, καβουριού
- oddělat στα ελληνικά - μετακομίζω, διαγράφω, επιτυχία, χτυπήσει, χτύπησε, χτυπήσουν, έπληξε
Τυχαίες λέξεις
Šlehat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαστίζω, δέρνω, φλόγες, λοιδορώ, χτυπητήρι, χτυπώ, νικώ, μαστιγώνω, σύρμα, χτυπήστε ελαφρά, χτυπά ελαφρά, εξάρτημα χτυπήματος
Μεταφράσεις: μαστίζω, δέρνω, φλόγες, λοιδορώ, χτυπητήρι, χτυπώ, νικώ, μαστιγώνω, σύρμα, χτυπήστε ελαφρά, χτυπά ελαφρά, εξάρτημα χτυπήματος