Ženský στα ελληνικά
Μετάφραση: ženský, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θηλυκός, θήλυ, θηλυκό, γυναικεία, θηλυκά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- administrační στα ελληνικά - διαχειριστικός, το admin, διαχειριστή, διαχειριστής
- bakterie στα ελληνικά - βακτηρίδια, βακτήρια, βακτηρίων, βακτηριδίων, τα βακτήρια
- magnetický στα ελληνικά - μαγνητικός, μαγνητικό, μαγνητική, μαγνητικού, μαγνητικά
- nevysvětlitelný στα ελληνικά - αινιγματικός, ανεξήγητος, ανεξήγητο, ανεξήγητη, ανεξήγητα, ανεξήγητες
Τυχαίες λέξεις
Ženský στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θηλυκός, θήλυ, θηλυκό, γυναικεία, θηλυκά
Μεταφράσεις: θηλυκός, θήλυ, θηλυκό, γυναικεία, θηλυκά