Atomický στα ελληνικά
Μετάφραση: atomický, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ατομικός, Ατομικής, ατομική, ατομικό, ατομικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- atmosféra στα ελληνικά - ατμόσφαιρα, αέρας, ατμόσφαιρας, περιβάλλον, κλίμα
- atol στα ελληνικά - κοραλλιογενές νησί, Atoll, ατόλλη, ατόλη, ατόλλης
- atomizovat στα ελληνικά - ψεκάζω, ψεκάσει, ψεκάζουν, την εξαέρωση, εξαερωθούν
- atomizér στα ελληνικά - ψεκαστήρας, ψεκαστήρα, ατομοποιητή, atomizer, ατμοποίησης
Τυχαίες λέξεις
Atomický στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ατομικός, Ατομικής, ατομική, ατομικό, ατομικών
Μεταφράσεις: ατομικός, Ατομικής, ατομική, ατομικό, ατομικών