Bujnost στα ελληνικά

Μετάφραση: bujnost, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαχυτικότητα, ζωντάνια, ευθάλεια, οργώσα βλάστηση
Bujnost στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bujarý στα ελληνικά - γερός, ρωμαλέος, ανθεκτικός, εύθυμος, ξεκαρδιστική, ξεκαρδιστικό, ξεκαρδιστικές, ...
  • bujení στα ελληνικά - ζωντάνια, διαχυτικότητα, πολλαπλασιασμός, πολλαπλασιασμό, πολλαπλασιασμού, διάδοσης, τον πολλαπλασιασμό
  • bujný στα ελληνικά - βαθμολογώ, κατατάσσω, άγριος, πολυτελής, αχαλίνωτος, διαχυτικός, βαθμίδα, ...
  • bukač στα ελληνικά - είδος ερωδίου, Bittern, ήταυρος, Μικροτσικνιάς, Μικροτσικνιά
Τυχαίες λέξεις
Bujnost στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαχυτικότητα, ζωντάνια, ευθάλεια, οργώσα βλάστηση