Chov στα ελληνικά

Μετάφραση: chov, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπαραγωγή, αναπαραγωγής, εκτροφή, εκτροφής, την αναπαραγωγή
Chov στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • choulostivý στα ελληνικά - αψίκορος, ριψοκίνδυνος, ευαίσθητος, λεπτός, φίνος, μαλακός, ωραίος, ...
  • choutka στα ελληνικά - καπρίτσιο, όρεξη, πόθος, τρέλα, Choutka
  • chovat στα ελληνικά - φυγαδεύω, συμπεριφέρομαι, ράτσα, αναπαράγω, κατακρατώ, γεννοβολώ, λιμάνι, ...
  • chovatel στα ελληνικά - εκτροφέας, κτηνοτρόφος, δημιουργού, δημιουργός, δημιουργό, εκτροφέα
Τυχαίες λέξεις
Chov στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπαραγωγή, αναπαραγωγής, εκτροφή, εκτροφής, την αναπαραγωγή