Dýchat στα ελληνικά

Μετάφραση: dýchat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαχανιάζω, εμπνέω, αγκομαχώ, αναπνέω, ασθμαίνω, εισπνέω, αναπνέετε, αναπνέει, αναπνέουν, αναπνεύσει
Dýchat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dóza στα ελληνικά - περιστατικό, βαλίτσα, κάσα, κουτί, υπόθεση, θήκη, πυγμαχώ, ...
  • dóže στα ελληνικά - δόγη, Doge, δόγης, του δόγη, Το Doge
  • dýchavičný στα ελληνικά - gaspily
  • dýchání στα ελληνικά - ανάσα, αναπνοή, αναπνοής, αναπνευστική, την αναπνοή, στην αναπνοή
Τυχαίες λέξεις
Dýchat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαχανιάζω, εμπνέω, αγκομαχώ, αναπνέω, ασθμαίνω, εισπνέω, αναπνέετε, αναπνέει, αναπνέουν, αναπνεύσει