Αναστατώνω στα αγγλικά

Μετάφραση: αναστατώνω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
upset, fluster, confound, disorganize, disrupt, exercising
Αναστατώνω στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: αναστατώνω

disrupt
  • διαρρηγνύω
  • διασπώ
  • αναστατώνω
fluster
  • αναστατώνω
  • συγχίζω
confound
  • συγχέω
  • αναστατώνω
  • κατατροπώνω
  • μπερδεύω
  • ταράσσω
  • ανακατώνω
disorganize
  • παραλύω
  • αναστατώνω
  • αποδιοργανώνω

Σχετικές λέξεις: αναστατώνω

αναστατώνω συνώνυμα, αναστατώνω αγγλικά, αναστατώνω λεξικό γλώσσας αγγλικά, αναστατώνω στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • αναστάτωση στα αγγλικά - fuss, disruption, upheaval, commotion, inconvenience
  • αναστέλλω στα αγγλικά - adjourn, suspend, inhibit, abort, pause, I suspend
  • αναστενάζω στα αγγλικά - sigh, suspire
  • αναστεναγμός στα αγγλικά - sigh, suspiration, sigh of, a sigh, sighing
Τυχαίες λέξεις
Αναστατώνω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: upset, fluster, confound, disorganize, disrupt, exercising