Dmout στα ελληνικά

Μετάφραση: dmout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρήζω, εξογκώνω, φουσκώνω
Dmout στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dláždit στα ελληνικά - προλειάνει, ανοίξει, να ανοίξει, προετοιμάσει, ανοίξουν
  • dláždění στα ελληνικά - πεζοδρόμιο, πεζόδρομος, οδοστρώματος, οδόστρωμα, πεζοδρομίου, πεζοδρόμια
  • dna στα ελληνικά - ποδάγρα, αρθρίτιδα, ουρική αρθρίτιδα, ουρικής αρθρίτιδας, της ουρικής αρθρίτιδας
  • dnešek στα ελληνικά - διάστημα, περίοδος, σήμερα, σημερινή, και σήμερα, σημερινής
Τυχαίες λέξεις
Dmout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρήζω, εξογκώνω, φουσκώνω