Doživotní στα ελληνικά

Μετάφραση: doživotní, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενδελεχής, παντοτινός, ισόβια, δια βίου, διά βίου, τη διά βίου, τη δια βίου
Doživotní στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • došek στα ελληνικά - αχυροσκεπή, thatch, Θατς, το thatch, του thatch
  • doširoka στα ελληνικά - φαρδύς, πλατύς, ευρύ, ευρεία, μεγάλη, ευρείας, μεγάλο
  • draho στα ελληνικά - ακριβός, αγαπητός, ακριβά, πολύ ακριβά, στοργικά
  • drahocenný στα ελληνικά - δαπανηρός, τιμαλφής, ακριβός, πολύτιμος, πολύτιμα, πολύτιμο, πολύτιμων, ...
Τυχαίες λέξεις
Doživotní στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενδελεχής, παντοτινός, ισόβια, δια βίου, διά βίου, τη διά βίου, τη δια βίου