Dohlednost στα ελληνικά
Μετάφραση: dohlednost, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορατότητα, Προβολή, ορατότητας, της προβολής, Αποστολή Προβολή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dohazovač στα ελληνικά - χρηματομεσίτης, μεσίτης, μεσάζοντας, προξενιτής, προξενητής, προξενήτρα, προξενητή, ...
- dohled στα ελληνικά - παράλειψη, εξουσιάζω, φροντίδα, επιθεώρηση, έλεγχος, άποψη, ανακόπτω, ...
- dohlédnout στα ελληνικά - βλέπω, παραγνωρίζω, παραβλέπω, για να δείτε, να δείτε, για να δούμε, να δούμε, ...
- dohlížet στα ελληνικά - έλεγχος, επιτηρώ, ανασκόπηση, επιθεωρώ, μελέτη, έρευνα, επιβλέπω, ...
Τυχαίες λέξεις
Dohlednost στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορατότητα, Προβολή, ορατότητας, της προβολής, Αποστολή Προβολή
Μεταφράσεις: ορατότητα, Προβολή, ορατότητας, της προβολής, Αποστολή Προβολή