Dohodce στα ελληνικά
Μετάφραση: dohodce, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χρηματομεσίτης, μεσίτης, χρηματιστής, έμπορος, Broker, μεσίτη, χρηματιστή, χρηματιστές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dohlížitel στα ελληνικά - επόπτης, τοπογράφος, επιτηρητής, επιστάτη, εποπτικός φορέας, επόπτη της
- dohoda στα ελληνικά - ετοιμασία, παζαρεύω, διεκπεραίωση, μοιράζω, συναλλαγή, σύμφωνο, σύμβαση, ...
- dohodit στα ελληνικά - προμηθεύονται, προμήθεια, προμηθευτούν, την προμήθεια, προμηθευτεί
- dohodnout στα ελληνικά - κοντά, αποπνιχτικός, προσβάλλομαι, συμβόλαιο, τελειώνω, προσαρμόζω, συστέλλομαι, ...
Τυχαίες λέξεις
Dohodce στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χρηματομεσίτης, μεσίτης, χρηματιστής, έμπορος, Broker, μεσίτη, χρηματιστή, χρηματιστές
Μεταφράσεις: χρηματομεσίτης, μεσίτης, χρηματιστής, έμπορος, Broker, μεσίτη, χρηματιστή, χρηματιστές