Doručovatel στα ελληνικά
Μετάφραση: doručovatel, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταχυδρόμος, φορέας, διανομέας, ταχυδρόμο, ταχυδρόμου, ταχυδρομικός υπάλληλος, τον ταχυδρόμο
Μεταφράσεις
- doručitel στα ελληνικά - φορέας, κομιστής, κομιστή, στον κομιστή, φορέα
- doručovat στα ελληνικά - παραδίδω, εκφωνώ, παραδώσει, διατυπώνει, διατυπώνει τη, παρέχουν, προσφέρουν
- dorzální στα ελληνικά - ράχης, ραχιαίο, ραχιαία, ραχιαίας, ραχιαίου
- dorůstat στα ελληνικά - κερί, κηρό, κηρού, κηρός, κεριού
Τυχαίες λέξεις
Doručovatel στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταχυδρόμος, φορέας, διανομέας, ταχυδρόμο, ταχυδρόμου, ταχυδρομικός υπάλληλος, τον ταχυδρόμο
Μεταφράσεις: ταχυδρόμος, φορέας, διανομέας, ταχυδρόμο, ταχυδρόμου, ταχυδρομικός υπάλληλος, τον ταχυδρόμο