Dvojnásobek στα ελληνικά
Μετάφραση: dvojnásobek, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωσίας, διπλασιάζω, διπλός, διπλό, διπλή, διπλής, διπλά, διπλού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dvojkolka στα ελληνικά - τύμβος, καροτσάκια, καρότσια, κάρρα, αμαξάκια, αμαξάκια του
- dvojmocnina στα ελληνικά - πλατεία, τετράγωνο
- dvojnásobný στα ελληνικά - διπλασιάζω, σωσίας, διπλός, διπλό, διπλή, διπλής, διπλά, ...
- dvojnásobně στα ελληνικά - δυο φορές, δύο φορές, δύο φορές την, διπλάσιο, δις
Τυχαίες λέξεις
Dvojnásobek στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωσίας, διπλασιάζω, διπλός, διπλό, διπλή, διπλής, διπλά, διπλού
Μεταφράσεις: σωσίας, διπλασιάζω, διπλός, διπλό, διπλή, διπλής, διπλά, διπλού