Existovat στα ελληνικά
Μετάφραση: existovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζω, είμαι, διανύω, υπάρχω, βρίσκομαι, υπάρχουν, υπάρχει, υφίστανται, υφίσταται, να υπάρχουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- exhumace στα ελληνικά - εκταφή, εκταφής, την εκταφή, εκταφές, εκταφών
- exhumovat στα ελληνικά - ξεθάβω, ανακαλύπτω, εκθάπτω, exhume, εκταφή, την εκταφή
- exkavátor στα ελληνικά - εκσκαφέας, εκσκαφέα, εκσκαφείς, εκσκαφέων, ανασκαφέα
- exkomunikace στα ελληνικά - αφορισμός, αφορισμό, αφορισμού, excommunication, τον αφορισμό
Τυχαίες λέξεις
Existovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζω, είμαι, διανύω, υπάρχω, βρίσκομαι, υπάρχουν, υπάρχει, υφίστανται, υφίσταται, να υπάρχουν
Μεταφράσεις: ζω, είμαι, διανύω, υπάρχω, βρίσκομαι, υπάρχουν, υπάρχει, υφίστανται, υφίσταται, να υπάρχουν