Hanět στα ελληνικά
Μετάφραση: hanět, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βρίζω, ονειδίζω, μέμφομαι, ψέγω, να ψέγω, υβρίζω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hantýrka στα ελληνικά - καθομιλούμενος, αργκό, υποκρισία, κορακίστικα, lingo, γλώσσα σας, διάλεκτο, ...
- haraburdí στα ελληνικά - σκουπίδια, junk, πρόχειρο, παλιοπραγμάτων, ανεπιθύμητης
- harampádí στα ελληνικά - ξυλεία, ξυλείας, Ξύλο, Lumber, την ξυλεία
Τυχαίες λέξεις
Hanět στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βρίζω, ονειδίζω, μέμφομαι, ψέγω, να ψέγω, υβρίζω
Μεταφράσεις: βρίζω, ονειδίζω, μέμφομαι, ψέγω, να ψέγω, υβρίζω