Μέμφομαι στα τσεχικά

Μετάφραση: μέμφομαι, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kritizovat, hanit, napomínat, vytknout, urážet, kárat, nadávat, tupit, hanět, vytýkat, výčitka, vyčítat, pohanění, útržku, potupu
Μέμφομαι στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μέμφομαι

μέμφομαι συνώνυμο, μέμφομαι τον αιώνα, μέμφομαι σημασία, μέμφομαι λεξικό γλώσσας τσεχικά, μέμφομαι στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • μέλι στα τσεχικά - drahoušek, medový, med, miláček, medu, medová, medem, ...
  • μέλος στα τσεχικά - člen, příslušník, větev, členský, úd, článek, prvek, ...
  • μέμψη στα τσεχικά - odsuzovat, kritika, kritizovat, výtka, kárat, pokárání, vytýkat, ...
  • μέντα στα τσεχικά - máta, mincovna, máty, mátou, mincovny
Τυχαίες λέξεις
Μέμφομαι στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: kritizovat, hanit, napomínat, vytknout, urážet, kárat, nadávat, tupit, hanět, vytýkat, výčitka, vyčítat, pohanění, útržku, potupu