Jednoletý στα ελληνικά

Μετάφραση: jednoletý, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ετήσιος, ένα χρόνια, μία χρόνος, έναν χρόνια, ένα χρόνου, έναν χρόνου
Jednoletý στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • jednoduchý στα ελληνικά - ανύπαντρος, εύκολος, ενικός, μόνος, σκέτο, άνετος, κάμπος, ...
  • jednoduše στα ελληνικά - απλά, απλώς, απλή, μόνο, απλά να
  • jednolitý στα ελληνικά - μονολιθικός, μονολιθικού, μονολιθικό, μονολιθικά, μονολιθική
  • jednomyslnost στα ελληνικά - ομοφωνία, ομοφωνίας, ομόφωνα, της ομοφωνίας, η ομοφωνία
Τυχαίες λέξεις
Jednoletý στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ετήσιος, ένα χρόνια, μία χρόνος, έναν χρόνια, ένα χρόνου, έναν χρόνου