Kšeft στα ελληνικά
Μετάφραση: kšeft, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μοιράζω, παζαρεύω, αγορά, δουλειά, ευθήνη τέχνη, ευθύνη εργασία, potboiler
Μεταφράσεις
- křížení στα ελληνικά - σταυρός, διασχίζω, διάβαση, γέμισμα, διατομή, διασταυρώσεις, διασταύρωσης, ...
- křížit στα ελληνικά - γέμισμα, διασχίζω, σταυρός, ματαιώνω, εμποδίζω, μιγάς, διασταύρωση, ...
- kšeftovat στα ελληνικά - δοσοληψία, κυκλοφορία, δέρμα της κεφαλής, τριχωτό της κεφαλής, τριχωτού της κεφαλής, κρανίο, του τριχωτού της κεφαλής
- kšíry στα ελληνικά - ιπποσκευή, καλωδίωση, λουρί, καλωδίωσης, πλεξούδα, πλεξούδας
Τυχαίες λέξεις
Kšeft στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μοιράζω, παζαρεύω, αγορά, δουλειά, ευθήνη τέχνη, ευθύνη εργασία, potboiler
Μεταφράσεις: μοιράζω, παζαρεύω, αγορά, δουλειά, ευθήνη τέχνη, ευθύνη εργασία, potboiler