Kolektiv στα ελληνικά

Μετάφραση: kolektiv, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συλλογικός, ομάδα, ομάδας, την ομάδα, της ομάδας, η ομάδα
Kolektiv στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kolejnice στα ελληνικά - σιδηροδρομικές, σιδηροδρομικών, σιδηροδρομικού, σιδηροδρομικής, των σιδηροδρομικών
  • kolekce στα ελληνικά - τοποθετώ, καθορισμένος, εξοπλισμός, συλλογή, συλλογής, τη συλλογή, είσπραξη, ...
  • kolektivismus στα ελληνικά - κολλεκτιβισμός, κολεκτιβισμός, κολεκτιβισμού, κολεκτιβισμό, ο κολεκτιβισμός
  • kolektivizovat στα ελληνικά - collectivize
Τυχαίες λέξεις
Kolektiv στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συλλογικός, ομάδα, ομάδας, την ομάδα, της ομάδας, η ομάδα