Konto στα ελληνικά

Μετάφραση: konto, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σημασία, αναφορά, λογαριασμός, υπόψη, λογαριασμό, λογαριασμού, λόγω
Konto στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kontingent στα ελληνικά - ενδεχόμενες, ενδεχόμενων, ενδεχόμενη, εξαρτάται, ενδεχόμενα
  • kontinuita στα ελληνικά - ενδελέχεια, ειρμός, συνέχεια, συνέχειας, τη συνέχεια, η συνέχεια, συνέχιση
  • kontra στα ελληνικά - έναντι, σχέση με, σε σχέση, σε σχέση με, έναντι του
  • kontraalt στα ελληνικά - κοντράλτο, contralto, μεσόφωνος, βαθύφωνος, χαμηλοτέρα γυναικεία φωνή
Τυχαίες λέξεις
Konto στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σημασία, αναφορά, λογαριασμός, υπόψη, λογαριασμό, λογαριασμού, λόγω