Kvaltovat στα ελληνικά

Μετάφραση: kvaltovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φόρα, τρέχω, επισπεύδω, ταχύτητα
Kvaltovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kvalita στα ελληνικά - ποιότητα, ποιότητας, της ποιότητας, την ποιότητα, ποιότητα του
  • kvalitativně στα ελληνικά - ποιοτικά, ποιοτική, ποιοτικώς, ποιοτικής, από ποιοτική
  • kvantitativní στα ελληνικά - ποσοτικός, ποσοτικών, ποσοτικά, ποσοτική, ποσοτικούς
  • kvantum στα ελληνικά - ανέρχομαι, ποσό, ποσόν, κβαντική, κβαντικής, κβαντικό, κβαντικές, ...
Τυχαίες λέξεις
Kvaltovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φόρα, τρέχω, επισπεύδω, ταχύτητα