Líčení στα ελληνικά

Μετάφραση: líčení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δίκη, δοκιμασία, περιγραφή, περιγραφής, περιγραφη, την περιγραφή
Líčení στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lízl στα ελληνικά - καταδότης, έστειλε, το έστειλε, την απέστειλε, έστειλα, την έστειλε
  • lízátko στα ελληνικά - γλειφιτζούρι, lollipop, γλειφιτζούρι που, το γλειφιτζούρι, γλειφιτζουριού
  • líčený στα ελληνικά - επιτηδευμένος, εξιστόρησε, αφηγήθηκε, αφηγείται, εξιστορούνται, διηγήθηκε
  • líčidlo στα ελληνικά - μακιγιάζ, makeup, το μακιγιάζ, καθρέφτη μακιγιάζ, μακιγιάζ των
Τυχαίες λέξεις
Líčení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δίκη, δοκιμασία, περιγραφή, περιγραφής, περιγραφη, την περιγραφή