Lůžko στα ελληνικά
Μετάφραση: lůžko, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρεβάτι, κλίνης, κλίνη, κρεβατιού, bed
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lůno στα ελληνικά - μήτρα, μήτρας, μήτρα της, κοιλιά, στη μήτρα
- lůza στα ελληνικά - όχλος, συμμορία, όχλο, όχλου, κιν, mob
- lůžkoviny στα ελληνικά - κλινοσκεπάσματα, κρεβάτι, κρεβάτια, στρωμνή, στρωμνής
- lži στα ελληνικά - λάθος, ψευδής, αναληθής, ψεύτικος, ψέματα, Lies, ψεύδη, ...
Τυχαίες λέξεις
Lůžko στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρεβάτι, κλίνης, κλίνη, κρεβατιού, bed
Μεταφράσεις: κρεβάτι, κλίνης, κλίνη, κρεβατιού, bed