Laskavost στα ελληνικά
Μετάφραση: laskavost, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φιλοφρόνηση, χάρη, αβρότητα, προσήνεια, ρουσφέτι, επιείκεια, ευγένεια, ευνοώ, καλοσύνη, έλεος, φιλανθρωπία, καλοσύνης, την καλοσύνη, την ευγένεια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- laskat στα ελληνικά - θωπεύω, χάδι, χάδια, τα χάδια, χαϊδεύει, το χάδι
- laskavec στα ελληνικά - αμάραντος, Amaranth, αμαράνθη, Αμάρανθη, Η αμαράνθη
- laskavý στα ελληνικά - αξιαγάπητος, φρόνιμος, μαλακός, πράος, ευγενικός, είδος, ανθρωπιστικός, ...
- laskavě στα ελληνικά - ευγενικά, ευγενώς, παρακαλούνται, καλοσύνη, την καλοσύνη
Τυχαίες λέξεις
Laskavost στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φιλοφρόνηση, χάρη, αβρότητα, προσήνεια, ρουσφέτι, επιείκεια, ευγένεια, ευνοώ, καλοσύνη, έλεος, φιλανθρωπία, καλοσύνης, την καλοσύνη, την ευγένεια
Μεταφράσεις: φιλοφρόνηση, χάρη, αβρότητα, προσήνεια, ρουσφέτι, επιείκεια, ευγένεια, ευνοώ, καλοσύνη, έλεος, φιλανθρωπία, καλοσύνης, την καλοσύνη, την ευγένεια