Leštění στα ελληνικά

Μετάφραση: leštění, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γυαλίζω, στιλβώνω, λούστρο, βερνίκι, λουστράρω, στίλβωμα, στίλβωση, στίλβωσης, γυάλισμα, λείανση
Leštění στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • leštidlo στα ελληνικά - γυαλίζω, βερνίκι, στιλβώνω, λουστράρω, λούστρο, στίλβωση, Πολωνός, ...
  • leštit στα ελληνικά - εκκαθαρίζω, καθαρός, γυαλίζω, λάμπω, λουστράρω, λούστρο, τρίβω, ...
  • lež στα ελληνικά - απάτη, κείμαι, ψεύδομαι, ψέμα, βρίσκονται, κείνται, ψέματα, ...
  • ležatý στα ελληνικά - οριζόντιος, επικλινής, κεκλιμένο, κεκλιμένη, επικλινή, επικλινές
Τυχαίες λέξεις
Leštění στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γυαλίζω, στιλβώνω, λούστρο, βερνίκι, λουστράρω, στίλβωμα, στίλβωση, στίλβωσης, γυάλισμα, λείανση