Λέξη: νομοσχέδιο

Σχετικές λέξεις: νομοσχέδιο

νομοσχέδιο για τους αιγιαλούς, νομοσχέδιο τουριστικά πλοία και άλλες διατάξεις, νομοσχέδιο για τον αιγιαλό, νομοσχέδιο για παραλίες, νομοσχέδιο ειδικής αγωγής, νομοσχέδιο αιγιαλού, νομοσχέδιο για το γάλα, νομοσχέδιο για αιγιαλό, νομοσχέδιο αιγιαλός, νομοσχέδιο ειδικής αγωγής 2014, φορολογικό νομοσχέδιο, νέο φορολογικό νομοσχέδιο

Συνώνυμα: νομοσχέδιο

πράξη, ενέργεια, λογαριασμός, ράμφος πτηνού, επίσημο έγγραφο, πρόγραμμα, τιμολόγιο, προσχέδιο, συναλλαγματική, στρατολογία, τράβηγμα, ρουφηξιά

Μεταφράσεις: νομοσχέδιο

νομοσχέδιο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bill, draft, draft law, a bill, draft legislation

νομοσχέδιο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cuenta, billete, circular, cartel, factura, recibo, proyecto de ley, ley, factura de

νομοσχέδιο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
geldschein, gesetzesvorlage, abrechnung, klageschrift, fakturieren, nota, berechnen, liste, gesetzentwurf, rechnung, plakat, aufzählung, banknote, vorlage, faktur, entwurf, Rechnung, Gesetzentwurf, Gesetz, Banknote

νομοσχέδιο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
tract, facture, traite, affiche, bulletin, afficher, facturer, effet, circulaire, note, bec, billet, compte, pancarte, placard, programmer, projet de loi, le projet de loi, de loi

νομοσχέδιο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
affisso, volantino, bolletta, cartellone, manifesto, circolare, fattura, conto, polizza, proposta di legge

νομοσχέδιο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cartaz, nota, papeleta, conta, factura, edital, circular, bico, bilhete, projeto de lei, fatura, bill

νομοσχέδιο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
snavel, tuit, vogelbek, poster, snater, rondschrijven, plakkaat, aanplakbiljet, rekening, affiche, neb, factuur, nota, bek, wetsontwerp, biljet, wissel

νομοσχέδιο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
счет, билл, топор, купюра, инвентарь, фактура, закладная, плакат, счёт, тяжба, вексель, накладная, законопроект, нежничать, реклама, клюв, Билл, закон

νομοσχέδιο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
faktura, seddel, regning, plakat, billett, regningen, bill, stykklisten

νομοσχέδιο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
affisch, räkning, växel, löpsedel, räkningen, bill, lagförslag, faktura

νομοσχέδιο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
asetus, nokka, seteli, velka, lasku, lakialoite, juliste, yleiskirje, laskun, bill, lakiehdotuksen, lakiesityksen

νομοσχέδιο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
plakat, regning, faktura, billet, regningen, bill, lovforslag, lovforslaget

νομοσχέδιο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
účet, oběžník, výkaz, seznam, účtenka, leták, vývěska, soupis, plakát, směnka, oznámení, plakátovat, návrh zákona, bill

νομοσχέδιο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
plakat, zestawienie, ulotka, projekt, ogłaszać, rachunek, banknot, przekaz, afisz, kwit, spis, konosament, poświadczenie, weksel, projekt ustawy, halabarda, ustawy

νομοσχέδιο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
plakát, törvényjavaslat, alabárd, számla, Bill, számlát, törvényjavaslatot

νομοσχέδιο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hesap, fatura, levha, afiş, gaga, faturası, tasarı, tasarının, tasarıyı

νομοσχέδιο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
заставна, сокира, тратта, вексель, позов, законопроект, законопроекту

νομοσχέδιο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
afishë, faturë, projektligj, faturën

νομοσχέδιο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
банкнота, законопроект, Бил, сметка, сметката, Bill

νομοσχέδιο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
законапраект

νομοσχέδιο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
bill, kuulutama, teatis, william, arve, rahatäht, seaduseelnõu, eelnõu, arvel

νομοσχέδιο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
program, račun, novčanica, fakturirati, plakat, mjenica, Bill, je Bill, Billa

νομοσχέδιο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
frumvarpið, Bill, frumvarp, reikningur, frumvarpinu

νομοσχέδιο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sąskaita, afiša, banknotas, važtaraštis, plakatas, faktūra, snapas, skelbimas, vekselis, Bill, sąskaitą, Billas

νομοσχέδιο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
banknote, plakāts, knābis, naudaszīme, rēķins, afiša, likumprojekts, rēķinu, likumprojektu, rēķinā

νομοσχέδιο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
клунот, законот, сметка, сметката

νομοσχέδιο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
afiş, bancnotă, cioc, factură, proiect de lege, factura, lege, proiectul de lege

νομοσχέδιο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
plakát, račun, Predlog zakona, bill, zakona, zakon

νομοσχέδιο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
účet, faktúra, výkaz, zobák, konto, účtu, zákaznícky účet, mene

Στατιστικά δημοτικότητας: νομοσχέδιο

Τυχαίες λέξεις