Lepra στα ελληνικά
Μετάφραση: lepra, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λώβα, λέπρα, λέπρας, τη λέπρα, η λέπρα, της λέπρας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lepkavost στα ελληνικά - κολλώδες, κολλητικότητα, κολλώδους, κολλητικότητας, κολλητικότητος
- lepkavý στα ελληνικά - γλοιώδης, κολλητικός, κολλώδης, κόλλα, κολλώδη, κολλώδες, κολλώδεις, ...
- lept στα ελληνικά - χαλκογραφία, χάραξη, χάραξης, χαρακτική, χαράξεως
- leptat στα ελληνικά - δαγκώνω, ταράσσομαι, καυτηριάζω, τρώω, δάγκωμα, μελαγχολώ, τσίμπημα, ...
Τυχαίες λέξεις
Lepra στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λώβα, λέπρα, λέπρας, τη λέπρα, η λέπρα, της λέπρας
Μεταφράσεις: λώβα, λέπρα, λέπρας, τη λέπρα, η λέπρα, της λέπρας