Majordom στα ελληνικά

Μετάφραση: majordom, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οικονόμος, τελετάρχης, μπάτλερ, Butler, η Butler
Majordom στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • majolika στα ελληνικά - μαγιολική, μαγιόλικα, και μαγιολική, απο φαγιανς, μαγιόλικα από
  • majonéza στα ελληνικά - μαγιονέζα, μαγιονέζας, τη μαγιονέζα, η μαγιονέζα, μαγιονέζες
  • majorita στα ελληνικά - πλειονότητα, πλειοψηφία, πλειοψηφίας, περισσότερες, περισσότερα
  • majoránka στα ελληνικά - μαντζουράνα, μαντζουράνας, ματζουράνα, η μαντζουράνα, τη μαντζουράνα
Τυχαίες λέξεις
Majordom στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οικονόμος, τελετάρχης, μπάτλερ, Butler, η Butler