Množství στα ελληνικά

Μετάφραση: množství, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όγκος, μαζικός, ποσόν, στοιβάδα, αριθμός, άφθονος, στοιβάζω, σωρός, ραμφίζω, ποσότητα, όραση, πλήθος, αγέλη, φιλοξενώ, ανέρχομαι, μάζα, ποσότητας, ποσότητα που, ποσότητες, την ποσότητα
Množství στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • množina στα ελληνικά - καθορισμένος, τοποθετώ, συσσωμάτωμα, σετ, σύνολο, σειρά, συνόλου, ...
  • množit στα ελληνικά - αναπαράγω, αναπαράγομαι, πολλαπλασιάζω, ράτσα, γεννοβολώ, αυξάνω, αύξηση, ...
  • mobilita στα ελληνικά - κινητικότητα, κινητικότητας, την κινητικότητα, Η κινητικότητα, Mobility
  • mobilizace στα ελληνικά - κινητοποίηση, κινητοποίησης, την κινητοποίηση, συγκέντρωσης, συγκέντρωση
Τυχαίες λέξεις
Množství στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όγκος, μαζικός, ποσόν, στοιβάδα, αριθμός, άφθονος, στοιβάζω, σωρός, ραμφίζω, ποσότητα, όραση, πλήθος, αγέλη, φιλοξενώ, ανέρχομαι, μάζα, ποσότητας, ποσότητα που, ποσότητες, την ποσότητα