Nadávka στα ελληνικά

Μετάφραση: nadávka, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όρκος, λοιδορία, κατάχρηση, καταχρώμαι, βρίζω, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων
Nadávka στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • nadání στα ελληνικά - προσδοκία, ικανότητα, ταλέντο, προικοδότηση, δώρο, χάρισμα, πεσκέσι, ...
  • nadávat στα ελληνικά - ορκίζομαι, βρίζω, κατάχρηση, καταχρώμαι, μέμφομαι, γκρινιάζω, ονειδίζω, ...
  • nadít στα ελληνικά - γεμίζω
  • nadívat στα ελληνικά - πράμα, υλικό, πράγματα, ουσία, τα πράγματα, προσωπικό
Τυχαίες λέξεις
Nadávka στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όρκος, λοιδορία, κατάχρηση, καταχρώμαι, βρίζω, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων