Najmout στα ελληνικά
Μετάφραση: najmout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ναυλώνω, νοικιάζω, νοίκι, καταστατικό, μίσθωση, ενοικιάζω, εκμίσθωση, παίρνω, ενοίκιο, ενοικίαση, προσλάβει, προσλαμβάνουν, νοικιάσετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- najatý στα ελληνικά - βαλτός, μισθοφορικός, προσέλαβε, προσληφθεί, μισθωμένο, προσλάβει, προσλαμβάνονται
- najednou στα ελληνικά - μαζί, ξαφνικά, αιφνιδιαστικά, αμέσως, ταυτόχρονα, με τη μία, τη μία, ...
- najímat στα ελληνικά - αναστηλώνω, ανατρέφω, νοικιάζω, υψώνω, σηκώνω, αναλάβει, να αναλάβει, ...
- najímání στα ελληνικά - στρατολόγηση, πρόσληψη, πρόσληψης, προσλήψεων, προσλήψεις
Τυχαίες λέξεις
Najmout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ναυλώνω, νοικιάζω, νοίκι, καταστατικό, μίσθωση, ενοικιάζω, εκμίσθωση, παίρνω, ενοίκιο, ενοικίαση, προσλάβει, προσλαμβάνουν, νοικιάσετε
Μεταφράσεις: ναυλώνω, νοικιάζω, νοίκι, καταστατικό, μίσθωση, ενοικιάζω, εκμίσθωση, παίρνω, ενοίκιο, ενοικίαση, προσλάβει, προσλαμβάνουν, νοικιάσετε