Nastartovat στα ελληνικά
Μετάφραση: nastartovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρχή, ξεκίνημα, ξεκινώ, αρχίζω, εκκίνηση, έναρξη, έναρξης
Μεταφράσεις
- nasolit στα ελληνικά - αλάτι, άλας, άλατος, αλατιού, αλάτων
- nasolování στα ελληνικά - αλάτισμα, πάστωμα, αλάτιση, αλάτισης, αλατίσματος
- nastat στα ελληνικά - έρχομαι, φθάνω, διαδραματίζω, συμβαίνω, φτάνω, έλα, έρθει, ...
- nastavení στα ελληνικά - ρύθμιση, επέκταση, προέκταση, έκταση, προσαρμογή, προσαρμογής, ρύθμισης, ...
Τυχαίες λέξεις
Nastartovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρχή, ξεκίνημα, ξεκινώ, αρχίζω, εκκίνηση, έναρξη, έναρξης
Μεταφράσεις: αρχή, ξεκίνημα, ξεκινώ, αρχίζω, εκκίνηση, έναρξη, έναρξης