Λέξη: θρίαμβος

Σχετικές λέξεις: θρίαμβος

θρίαμβος μακαρόνια, θρίαμβος της αγάπης επεισόδιο 148, θρίαμβος της αγάπης επεισόδια, θρίαμβος της αγάπης - επεισόδιο 14 part 1, θρίαμβος της αγάπης, θρίαμβος αθηνών, θρίαμβος ταγαράδων, θρίαμβος χαϊδαρίου, θρίαμβος της αγάπης τελευταίο επεισόδιο, θρίαμβος ηλιούπολης

Μεταφράσεις: θρίαμβος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
triumph, victory, triumph of, a triumph, triumph for
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
triunfar, triunfo, victoria, el triunfo, triunfo de, éxito
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
erfolg, triumph, gewinnen, triumphieren, sieg, Triumph, Sieg, Triumphes, siegen
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
triompher, victoire, triomphe, vaincre, triomphal, triomphe de, le triomphe
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
trionfo, trionfare, vittoria, il trionfo, successo
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
triunfar, jubilar, triturar, vitória, triunfo, o triunfo, sucesso
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
triomferen, victorie, zegevieren, triomf, overwinning, zegepraal, zege, Triumph, van Triumph
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
апофеоз, победа, торжество, торжествовать, триумф, праздновать, восторжествовать, триумфом, триумфа
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
triumf, seier, triumfen, seire, triumph
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
triumfera, triumf, seger, triumfen, triumph
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
riemuvoitto, voitto, kukistaa, triumph, Triumphin
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
triumf, sejr, sejre, triumfen
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
triumf, vítězství, Triumph, triumfem, triumfu
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
sukces, triumf, tryumf, tryumfować, zwycięstwo, triumfem
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
örömujjongás, diadalmámor, diadalmenet, diadal, diadala, győzelme, diadalát, győzelmét
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
utku, zafer, zaferi, zaferidir, bir zafer
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
торжество, тріумф, Триумф, успіх
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fitore, triumf, triumfi, triumfi i, triumf i
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
триумф, триумфа, тържество, триумфално, триумфира
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
трыумф, трыюмф, трыўмф, Трыюфм
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
triumf, võidutsema, triumfi, võidukäik, triumph, võiduks
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
trijumf, trijumfirati, pobjeda, uspjeh, trijumfa, pobjedi
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sigur, Triumph, sigri
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
triumphus, laureola
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
triumfas, pergalė, Triumph, triumfą, triumfu
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
triumfs, uzvara, triumfu, triumfa
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
триумфот, триумф, победа, победата, триумфално
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
triumf, triumful, triumfului, victorie, de triumf
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
triumf, zmagoslavje, triumph, zmaga, zmago
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
triumf, víťazstvo

Στατιστικά δημοτικότητας: θρίαμβος

Τυχαίες λέξεις