Očištění στα ελληνικά

Μετάφραση: očištění, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκκενώνω, καθαρισμού, καθαρισμός, καθαρισμό, τον καθαρισμό, καθαριστικό
Očištění στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hořlavina στα ελληνικά - καύσιμα, καύσιμος, καύσιμο, τροφοδοτώ, Εύφλεκτα, Εύφλεκτες, εύφλεκτων, ...
  • neobratně στα ελληνικά - αδέξια, αμήχανα, άβολα, αμηχανία, awkwardly
  • neporušitelný στα ελληνικά - αδιάφθορος, απαραβίαστος, απαράβατος, απαραβίαστα, απαραβίαστη, απαραβίαστο
  • obecní στα ελληνικά - συνηθισμένος, τοπικός, δημοτικός, κοινός, του δήμου, δήμος, δημοτικές, ...
Τυχαίες λέξεις
Očištění στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκκενώνω, καθαρισμού, καθαρισμός, καθαρισμό, τον καθαρισμό, καθαριστικό