Obezřelý στα ελληνικά
Μετάφραση: obezřelý, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσεκτικός, επιφυλακτικός, εχέμυθος, εφεκτικός, διακριτικός, προσεχτικός, φειδωλός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- obeznámit στα ελληνικά - γνωρίζω, πληροφορώ, εξοικειώσει, γνωρίσουν, εξοικείωση, εξοικειώσει τους, εξοικειωθούν
- obezřelost στα ελληνικά - προνοητικότητα, προειδοποίηση, προσοχή, περίσκεψη, προφύλαξη, επιφύλαξη, προειδοποιώ, ...
- obezřetnost στα ελληνικά - επιφύλαξη, διακριτικότητα, περίσκεψη, διάκριση, προνοητικότητα, εχεμύθεια, προειδοποίηση, ...
- obezřetný στα ελληνικά - επιφυλακτικός, εφεκτικός, προσεκτικός, προσεχτικός, προσεκτικοί, προσεκτική, επιφυλακτική
Τυχαίες λέξεις
Obezřelý στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσεκτικός, επιφυλακτικός, εχέμυθος, εφεκτικός, διακριτικός, προσεχτικός, φειδωλός
Μεταφράσεις: προσεκτικός, επιφυλακτικός, εχέμυθος, εφεκτικός, διακριτικός, προσεχτικός, φειδωλός