Διακριτικός στα τσεχικά

Μετάφραση: διακριτικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
opatrný, rozvážný, obezřelý, diskrétní, nevtíravý, nespojitý, nenápadný, uvážlivý, mlčenlivý, rozlišovací, výrazný, rozlišovací způsobilost, výrazné, výrazná
Διακριτικός στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διακριτικός

διακριτικός τίτλος, διακριτικός τίτλος ομόρρυθμης εταιρείας, διακριτικός τίτλος μετάφραση, διακριτικός τίτλος ικε, διακριτικός τίτλος τι είναι, διακριτικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, διακριτικός στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • διακρίσεις στα τσεχικά - diskriminace, rozlišování, diskriminaci, diskriminací, k diskriminaci, diskriminace na
  • διακριτικό στα τσεχικά - odznak, rozlišovací, výrazný, rozlišovací způsobilost, výrazné, výrazná
  • διακριτικότητα στα τσεχικά - obezřetnost, taktnost, opatrnost, mlčenlivost, uvážení, diskrétnost, prozíravost, ...
  • διακυβεύω στα τσεχικά - riskovat, kompromis, náhoda, urovnání, riziko, ústupek, hazardovat, ...
Τυχαίες λέξεις
Διακριτικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: opatrný, rozvážný, obezřelý, diskrétní, nevtíravý, nespojitý, nenápadný, uvážlivý, mlčenlivý, rozlišovací, výrazný, rozlišovací způsobilost, výrazné, výrazná