Odtrhnout στα ελληνικά
Μετάφραση: odtrhnout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποκόβω, κόβω, αποκολλώ, Κόβετε, κόψτε, κόψετε, δάκρυ από, σχίστε μακριά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- odtažitý στα ελληνικά - θεωρητικός, μονοκατοικία, αποσπαστούν, αποσπάται, αποσπαστεί, αποκολληθεί
- odtok στα ελληνικά - οχετός, στραγγίζω, διέξοδος, στραγγίξει, αποστράγγιση, στραγγίστε, στραγγίσει, ...
- odtržení στα ελληνικά - αποκόλληση, απόσχιση, απόσχισης, την απόσχιση, της απόσχισης, αποχώρηση
- odtud στα ελληνικά - μακριά, εκείθεν, κατόπιν, εκεί, από εκεί, εκεί προς
Τυχαίες λέξεις
Odtrhnout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποκόβω, κόβω, αποκολλώ, Κόβετε, κόψτε, κόψετε, δάκρυ από, σχίστε μακριά
Μεταφράσεις: αποκόβω, κόβω, αποκολλώ, Κόβετε, κόψτε, κόψετε, δάκρυ από, σχίστε μακριά